Εχθρός πατάτας Φθοριμαία
Η φθοριµαία (Phthorinaea operculla) είναι ένα µικρό λεπιδόπτερο, γκριζωπό ιθαγενές της Βόρειας Αµερικής. Αναφέρθηκε ως εχθρός της πατάτας το 1896 στη Β. Καρολίνα και εµφανίστηκε το 1940 στην Ευρώπη. Το 1940 εµφανίστηκε στην Ελλάδα. Θεωρείται σηµαντικός εχθρός της πατάτας και προκαλεί τεράστιες ζηµιές. Είναι µία γκριζωπή ανοιχτού χρώµατος χρυσαλίδα, όπου η προνύμφη της είναι λευκή, κοκκινωπή στη ράχη και έχει µήκος 12mm, ενώ το ακμαίο είναι ένα λεπιδόπτερο µικρού µεγέθους µε γκριζωπό χρώµα 10-12mm.
Το ακµαίο ζει για 10-15 µέρες, τα θηλυκά τοποθετούν τα αυγά (60-200) σε λιγότερο από 4 µέρες, στα φύλλα στο έδαφος, σε φυτικά υπολείµµατα και στους ακάλυπτους κονδύλους. Η προνύµφη αµέσως µετά την εκκόλαψη (σε 4 µέρες στους 30oC και 17 µέρες στους 15oC), εισέρχεται στο εσωτερικό των ιστών του φύλλου, βλαστού ή κονδύλου ανοίγοντας τροφικές στοές. Στο τελυταίο στάδιο νυµφώνεται σε προστατευµένο µέρος, σχηµατίζοντας ένα ανοιχτό γρκιζωπό βοµβύκιο. Συνήθως εµφανίζονται 5-6 γενιές το χρόνο κυρίως τις ζεστές περιόδους του έτους. Ο βιολογικός κύκλος διαρκεί 22 ηµέρες στους 30oC και µέχρι 116 µέρες στους 15oC. Οι προσβολές ξεκινούν από τα ακµαία, που διαχείµασαν στις αποθήκες, από προσβεβληµένους κονδύλους φύτευσης, από φυτά πατάτας που προέρχονται από κονδύλους που παρέµειναν στον αγρό µετά τη συλλογή και από άλλα φυτά ξενιστές.
Η φθοριµαία προσβάλλει τα φύλλα, γεννώντας τα αυγά της στην κάτω επιφάνειά τους. Οι προνύµφες ανοίγουν στοές κάτω από την επιδερµίδα όποτε αυτά µαραίνονται, παίρνοντας σταχτί χρώµα. Ακόµη, προσβάλλει και τους βλαστούς µε όµοιο τρόπο, µε αποτέλεσµα να µαραίνονται και αυτοί και να µεταχρωµατίζονται. Από τα στελέχη η στοά µπορεί να φτάσει υπογείως έως τους κονδύλους, αν η φύτευση δεν έχει γίνει βαθιά. Έτσι από το χωράφι µεταφέρονται οι προσβεβληµένοι κόνδυλοι στην αποθήκη όπου το έντοµο πολλαπλασιάζεται. Το ποσοστό της καταστροφής των κονδύλων στην αποθήκη από τη φθοριµαία, ξεκινάει από 25% και µπορεί να φτάσει στο 100% αν η προσβολή είναι µεγάλη και δεν ληφθούν τα κατάλληλα µέτρα. Η καταστροφή των κονδύλων από τη φθοριµαία σηµαίνει σάπισµα αυτών. Το ποσοστό αυτό µπορεί να µειωθεί µε απολύµανση της αποθήκης και προστασία µε ένα πυκνό δικυωτό πλέγµα (σίτα). Στους κονδύλους οι προνύµφες ανοίγουν στοές µέσα στους κονδύλους σε βάθος µέχρι 1 cm, οι οποίες επενδύονται µε ένα λευκό µεταξένιο ιστό άνω στην οπή εισόδου συγκεντρώνονται σε σωρούς τα µαύρα περιτώµατα.
Για τη βιολογική αντιµετώπιση της φθοριµαίας χρησιµοποιούµε κυρίως σκευάσµατα βακίλλου (Bacillus thuringiensis). Άλλα προληπτικά µέτρα που μπορεί να παρθούν είναι:
- Καλλιέργεια κατάλληλων ποικιλιών που σχηµατίζουν κονδύλους βαθιά στο έδαφος.
- Άµεση συλλογή των κονδύλων µετά την ωρίµανση.
- Αποθήκευση κονδύλων απαλλαγµένων από εχθρούς.
- Κάλυψη των κονδύλων φύτευσης και των νέων κονδύλων της χρονιάς µε το αυλάκιασµα.
- Αρδεύσεις σε χρόνο και συχνότητα τέτοια που να αποφεύγεται η δηµιουργία ρωγµών στο έδαφος (προτιµότερη είναι η άρδευση µε νεφελοεκτοξευτήρες και όχι το πότισµα µε αυλάκια).