Διατροφή μελισσών
Οι µέλισσες απαιτούν για την επιβίωσή τους πρωτεΐνες (αµινοξέα), υδατάνθρακες (ζάχαρα), λιπίδια (λιπαρά οξέα, στερόλες), βιταµίνες, ανόργανα άλατα (άλατα), και νερό. Αυτές οι θρεπτικές ουσίες πρέπει να βρίσκονται στη διατροφή σε καθορισµένη ποιοτική και ποσοτική αναλογία για τη βέλτιστη ανάπτυξη και ευζωϊα του πληθυσµού.
Οι ενήλικες µέλισσες, ηλικίας 1 έως 14 ηµερών, λαµβάνουν τις πρωτεΐνες από τη γύρη που οι συλλέκτριες συλλέγουν και φέρνουν στην κυψέλη. Ο γόνος, οι προνύµφες των µελισσών, λαµβάνουν τις απαραίτητες πρωτεΐνες κατά τις 3 πρώτες ηµέρες της ζωής τους, µέσω του βασιλικού πολτού, που παράγεται από τους υποφαρυγγικούς αδένες των νεαρών µελισσών και στη συνέχεια µέσω της τροφής, που επίσης φτιάχνουν οι νεαρής ηλικίας µέλισσες, «παραµάνες», ένα µίγµα γύρης, µελιού και δικών τους σιελογόνων εκκρίσεων. Τέλος η βασίλισσα προσλαµβάνει τις απαραίτητες πρωτεΐνες από τον βασιλικό πολτό, που παράγουν οι «παραµάνες» µέλισσες και ο οποίος είναι η αποκλειστική της τροφή και κατά το στάδιο της προνύµφης αλλά και σ’ όλη της τη ζωή ως ενήλικη. Εάν υπολογίσουµε ότι για τη διατροφή µίας προνύµφης απαιτούνται 100mgr γύρης, τότε απαιτείται 1Kg γύρη για την εκτροφή περίπου 10.000 προνυµφών, δηλαδή 1Kg ανά εβδοµάδα, εάν η βασίλισσα ωοτοκεί 1.500 ωά/ 24ωρο ή 10.500 ωά/ 7 ηµέρες. Εάν λάβουµε υπ’ όψιν µας ότι σε µία µελισσοκοµική χρονιά εκτρέφονται από ένα µελίσσι περίπου 200.000 µέλισσες, καταλήγουµε στο συµπέρασµα ότι κάθε µελίσσι συλλέγει µόνο για τις ανάγκες εκτροφής του γόνου και όχι για κατανάλωση από τις ακµαίες µέλισσες, 20 Kg γύρης.
Αντίστοιχα οι ακµαίες µέλισσες καταναλώνουν µεγάλα ποσά γύρης κατά τη διάρκεια των πρώτων 5-6 ηµερών, µετά την έξοδό τους από το κελί, ώστε να µπορέσουν να ολοκληρώσουν την ανάπτυξή τους. Αυτό αφορά κυρίως την ανάπτυξη των υποφαρυγγικών τους αδένων, οι οποίοι θα παράξουν τον βασιλικό πολτό. Εάν σε εκείνη τη χρονική στιγµή δεν υπάρχει επάρκεια γύρης οι υποφαρυγγικοί αδένες δεν θα αναπτυχθούν επαρκώς και η παραγόµενη ποσότητα βασιλικού πολτού δεν θα µπορέσει να καλύψει τις ανάγκες της βασίλισσας, αλλά και των εκτρεφόµενων προνυµφών. Έτσι η βασίλισσα υποσιτιζόµενη θα µειώνει την ωοτοκία της, ενώ οι εκτρεφόµενες προνύµφες θα εξελιχθούν σε «ασθενικές» και σύντοµης ζωής ακµαίες µέλισσες. Όσον αφορά όµως στη γύρη, ως τροφή των µελισσών, σηµασία δεν έχει µόνο η επάρκεια (ποσότητα), αλλά και η ποιότητα. Και η ποιότητα της γύρης καθορίζεται από την περιεκτικότητά της σε πρωτεΐνη, αλλά και τις ποσότητες συγκεκριµένων αµινοξέων. Η περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη των γύρεων ποικίλλει από 10% έως 36%. Η γύρη κάποιων φυτών περιέχει πρωτεΐνη ανεπαρκή σε ορισµένα αµινοξέα που είναι κρίσιµα για την σωστή ανάπτυξη των µελισσών.
Το νέκταρ ή το µελίτωµα είναι η σηµαντικότερη πηγή υδατανθράκων στη φυσική διατροφή των µελισσών. Μπορεί να περιέχει διαλυτά στερεά από 5 έως 75 τοις εκατό (σάκχαρα) αν και συνήθως η περιεκτικότητά τους κυµαίνεται µεταξύ 25% και 40%. Τα βασικά σάκχαρα που περιέχονται είναι σακχαρόζη, γλυκόζη, και φρουκτόζη. Άλλα σάκχαρα που περιέχονται στο νέκταρ ή το µελίτωµα είναι η µαλτόζη, τρεαλόζη, µελεσιτόζη, ενώ σάκχαρα τα οποία βρίσκονται σε µικρότερες συγκεντρώσεις είναι η µαλτόζη, ραµινόζη, ξυλόζη, γαλακτόζη, αραβινόζη και λακτόζη. Τα τελευταία η µέλισσα δεν µπορεί να τα χρησιµοποιήσει, ενώ σε συγκεκριµένες συγκεντρώσεις µπορεί να προκαλέσουν και δηλητηρίαση στις µέλισσες. Οι υδατάνθρακες δίνουν την απαραίτητη ενέργεια στις µέλισσες για να πετάξουν, να συλλέξουν, να κρατήσουν σταθερή τη θερµοκρασία στη γονοφωλιά, να χτίσουν κ.ά. Ένα κανονικής ανάπτυξης µελίσσι υπολογίζεται ότι χρειάζεται για ένα έτος περίπου 130-220 κιλά νέκταρος ήτοι 32-55 κιλά µελιού.
Όσο αφορά στο νερό, αυτό συλλέγεται από τις µέλισσες και χρησιµοποιείται για τις δικές τους ανάγκες (επιβίωση), για την αραίωση του µελιού ή οποιασδήποτε τροφής τοποθετεί ο µελισσοκόµος στη κυψέλη, για την παρασκευή της τροφής που δίνεται στις προνύµφες ηλικίας µεγαλύτερης των 3 ηµερών και για την διατήρηση της θερµοκρασίας της γονοφωλιάς. Σε ένα µελίσσι η εισροή νέκταρος αποτελεί ερέθισµα, ικανή και αναγκαία συνθήκη, για την ωοτοκία της βασίλισσας, ενώ η συλλογή γύρης αποτελεί το αναγκαίο ερέθισµα για τις παραµάνες µέλισσες, για να εκθρέψουν αυτό τον γόνο. Άρα είναι απαραίτητη η παρουσία και των δύο αυτών στοιχείων για την επιβίωση µιας κοινωνίας µελισσών. Συνήθως η µέλισσα δεν αντιµετωπίζει πρόβληµα στο να συλλέξει τις απαραίτητες ποσότητες αυτών των στοιχείων. Στο πλαίσιο όµως της επαγγελµατικής µελισσοκοµίας, ή σε χρονιές µε κακές κλιµατολογικές συνθήκες, µπορεί να δηµιουργηθούν ανάγκες, που οι µέλισσες δεν µπορούν να καλύψουν. Στην περίπτωση αυτή ο µελισσοκόµος επεµβαίνει και τροφοδοτεί τα µελίσσια. Η τροφοδότηση των µελισσιών µπορεί να γίνει στις εξής περιπτώσεις: όταν δεν υπάρχουν αρκετά αποθέµατα για το ξεχειµώνιασµα, ή την συντήρησή του σε εποχές ξηρικές χωρίς ανθοφορίες, µε αποτέλεσµα να περιορίζεται η εκτροφή του γόνου, ως διέγερση της ωοτοκίας της βασίλισσας και τη γρήγορη παραγωγή γόνου, όταν γίνεται βασιλοτροφία ή εισαγωγή νέας βασίλισσας, όταν κάνουµε συνένωση µελισσιών ή τεχνητό αφεσµό, όταν το µελίσσι χάσει µεγάλο αριθµό συλλεκτριών µελισσών από εντοµοκτόνα ή άλλες αιτίες.