Επικονίαση και Γονιμοποίηση στη μηλιά
Η επικονίαση γίνεται µε τα έντοµα, κυρίως µε τις µέλισσες κατά την αναζήτηση γύρης και νέκταρος, καθώς µετακινούνται από άνθος σε άνθος και από δέντρο σε δέντρο. Η δραστηριότητα των µελισσών κατά τη διάρκεια της ηµέρας είναι µεγαλύτερη γύρω στις 9.00 π.µ. Τα πιο πολλά άνθη είναι σχηµατισµένα κατά τέτοιο τρόπο ώστε να διευκολύνει τη διαδικασία της επικονίασης, αλλά σε µερικούς γενοτύπους που οι στήµονες είναι µακροί και οι στύλοι κοντοί, κατά την επίσκεψη των µελισσών, η µορφολογία αυτή των άνθεων δεν επιτρέπει να έλθουν οι µέλισσες σε επαφή µε τη στιγµατική επιφάνειά τους. Η ιδιοµορφία αυτή οδηγεί πολλές φορές σε µείωση της παραγωγής των οπωρώνων.
Το άνθος της µηλιάς αποτελείται από πεντάχωρη ωοθήκη µε δύο σπερµατικές βλάστες σε κάθε χώρο. Με τη γονιµοποίηση κάθε ωάριο µετατρέπεται σε σπέρµα που συµβάλλει στην περαιτέρω ανάπτυξη των κυττάρων που βρίσκονται γύρω από τις σπερµοβλάστες και στη διαµόρφωση του σαρκώδους µέρους των καρπών. ∆εν είναι αναγκαίο να γονιµοποιηθούν και τα δέκα ωάρια για να παραχθεί ανάλογος αριθµός σπερµάτων και να επιτευχθεί κανονική ανάπτυξη του καρπού, αλλά η παρουσία έστω και ελάχιστου αριθµού σπερµάτων είναι αναγκαία. Η καρπόπτωση του Ιουνίου οφείλεται κατά µέρος στο υψηλό ποσοστό καρπόδεσης λόγω ανταγωνισµού και κατά µέρος στο µικρό αριθµό άγονων καρπών που δεν έχουν σπέρµατα ή που έχουν µερικά αλλά ατροφικά.
Μερικές ποικιλίες έχουν την ιδιότητα να παράγουν µικρό ποσοστό άσπερµων καρπών. Το φαινόµενο αυτό είναι γνωστό ως παρθενοκαρπία και παρατηρείται συχνά όταν η άνθηση υποστεί ζηµιές από τους παγετούς της άνοιξης. Οι παρθενοκαρπικοί καρποί συνήθως παρουσιάζουν διάφορα ασυνήθη σχήµατα. Αν σε ένα δέντρο µηλιάς καρποδέσει το 5% των άνθεών του, τότε επιτυγχάνεται ικανοποιητική παραγωγή. Σχετικά µε την ευαισθησία των άνθεων της µηλιάς στον παγετό,πιστεύεται ότι τα άνθη που έχουν επικονιαστεί είναι ανθεκτικότερα στον παγετό από εκείνα που δεν επικονιάστηκαν. Σηµαντική αύξηση της καρπόδεσης επιτυγχάνεται µε γιββεριλλικό όξυ (15 – 25ppm) µε ψεκασµό κατά την ανθοφορία, κυρίως µετά τον παγετό. Κατά την αυτογονιµοποίηση των ποικιλιών ο µέσος όρος των παραγόµενων σπερµάτων κατά καρπό είναι 3-5 ή λιγότεροι, ενώ κατά την σταυρογονιµοποίηση είναι 5-8 ή και περισσότεροι.Οι περισσότερες από τις καλλιεργούµενες ποικιλίες της µηλιάς είναι διπλοειδείς µε δύο πλήρεις σειρές χρωµοσωµάτων (2n = 34) σε κάθε σωµατικό κύτταρο.
Αλλά υπάρχουν και µερικές ποικιλίες που είναι τριπλοειδείς, µε τρεις πλήρεις σειρές χρωµοσωµάτων (3n = 51) σε κάθε σωµατικό κύτταρο. Οι γαµέτες των ποικιλιών αυτών δεν είναιεξισορροπηµένοι επειδή δεν περιέχουν ακέραιο πολλαπλάσιο του αριθµού των γωνιωµάτων. Το γεγονός αυτό έχει σαν αποτέλεσµα τη στειρότητα των τριπλοειδών ποικιλιών. Σε τέτοιες περιπτώσεις συνιστάται να συµπεριλαµβάνονται ως επικονιαστές σε οπωρώνες µε τριπλοειδείς ποικιλίες δύο διπλοειδείς ποικιλίες για να χρησιµεύσει κάθε µία απ’ αυτές ως επικονιαστής της άλλης.
Οι περισσότερες από τις διπλοειδείς ποικιλίες είναι µερικώς ή πλήρως αυτόστειρες, όταν όµως αυτογονιµοποιηθούν δίνουν πολύ µικρή παραγωγή ή και καθόλου και γι’ αυτό είναι απαραίτητη η σταυρογονιµοποίηση µε γύρη άλλης ποικιλίας προκειµένου να επιτευχθεί ικανοποιητική παραγωγή. Σε επιχειρηµατικούς οπωρώνες οι επικονιάστριες ποικιλίες, για λόγους σταυρογονιµοποιήσεως,είναι απαραίτητες. Οι ποικιλίες αυτές πρέπει να ανθίζουν κανονικά κάθε χρόνο, να παράγουν υψηλό ποσοστό ζωτικής γύρης, να είναι συµβιβαστές και να ανθίζουν κατά το ίδιο χρονικό διάστηµα µε τηνκύρια καλλιεργούµενη ποικιλία. Επίσης πρέπει να είναι και εµπορεύσιµες ποικιλίες. Είναι όµως δύσκολο να εξασφαλιστούν όλες αυτές οι προϋποθέσεις. Σ’αυτές τις περιπτώσεις συνιστάται η χρήση και δεύτερης επικονιάστριας ποικιλίας που θα την αντικαθιστά µε επιτυχία στις άκαρπες χρονιές. Ο χρόνος ανθίσεως µεταξύ των διαφόρων ποικιλιών ποικίλει από έτος σε έτος, αλλά οι διαφορές αυτές είναι µικρές και δεν επηρεάζουν το ποσοστό της καρπόδεσης. Για εξασφάλιση επαρκούς σταυρογονιµοποιήσεως πρέπει να επιλέγονται πάντα οι πιο κατάλληλοι συνδυασµοί ποικιλιών. Αναφορικά µε τις ανάγκες της επικονιάσεως οι ποικιλίες της µηλιάς ταξινοµούνται ως ακολούθως:
- Ποικιλίες συνήθως αυτογόνιµες: Οι ποικιλίες αυτές σε αµιγείς φυτείες δε δίνουν ικανοποιητικές σοδειές αλλά µπορεί να αποδώσουν πολύ περισσότερο αν σταυρογονιµοποιηθούν.
- Ποικιλίες µερικώς αυτογόνιµες: Στις ποικιλίες αυτές συνιστάται η σταυρογονιµοποίηση για να επιτευχθεί µια τακτική και ικανοποιητική παραγωγή.
- Ποικιλίες αυτόστειρες: Οι ποικιλίες αυτές πρέπει πάντα να συγκαλλιεργούνται µε άλλες ποικιλίες για εξασφάλιση επαρκούς σταυρογονιμοποιήσεως.