Μηχανότρατα
Aνήκει στην κατηγορία των δυναμικών εργαλείων και θεωρείται το πιο αποδοτικό συρόμενο αλιευτικό εργαλείο. Το μηχανοκίνητο σκάφος σύρει ένα μεγάλο δίχτυ την τράτα, που έχει τη μορφή κωνικού σάκου, το ακραίο μέρος του διχτυού με τη μεγαλύτερη πυκνότητα όπου μαζεύονται τα ψάρια ονομάζεται πετσάλι (κατάκωλο). Η τράτα σύρεται από δύο συρματόσχοινα δεμένα σε δύο πλάκες, τους υδραετούς (πόρτες) που ακουμπούν στον πυθμένα και κρατούν το δίχτυ ανοιχτό όταν το σκάφος κινείται.
Ο αλιευτικός εξοπλισμός μιας μηχανότρατας αποτελείται από:
- τα συρματόσχοινα,
- τις πόρτες,
- τα σχοινιά και
- την τράτα (δίχτυα και σάκος).
Όλη η τράτα την ώρα του ψαρέματος έχει μήκος 40 ως 60 μέτρα. Ο σάκος (πετσάλι) μόνος του έχει μήκος περίπου 5 μέτρα. Το δίχτυ στη βάση του νοητού κώνου που δημιουργείται (στο άνοιγμά του), στο κάτω μέρος (κάτω γραντί) του έχει βαρίδια για να σέρνεται στο βυθό, ενώ στο πάνω μέρος (πάνω γραντί) έχει φελλούς (μπαϊνάκια).
Οι πόρτες (δηλαδή δεξιά και αριστερά) που είναι πλέον μεταλλικές καθώς τις σέρνει το σκάφος και με την αντίσταση που εξασκούν στο νερό έχουν σαν σκοπό να κρατούν ανοιχτό το στόμιο (μπούκο) του διχτυού οριζοντιώς ενώ οι φελλοί και τα βαρίδια (στο πάνω και κάτω γραντί) διατηρουν ανοιχτό το στόμιο καθέτως, καθώς σέρνεται το δίχτυ στο βυθό, πιάνει τα ψάρια που βρίσκονται στο βυθό.
Η μηχανότρατα πρέπει να ψαρεύει σε νερά με βάθος πάνω από 50 μέτρα σύμφωνα με την ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία. Ψαρεύει γαρίδες, καραβίδες, μπακαλιάρους, μπαρμπούνια, κουτσομούρες, πεσκανδρίτσες, χταπόδια, μοσχιούς κ.ά. Σε γενικές γραμμές, με την μηχανότρατα βυθού συλλέγονται τα βενθικά είδη, δηλαδή αυτά που ζουν πάνω η κοντά στον πυθμένα.
Κατά τη διάρκεια της αλιείας η μηχανότρατα κινείται περίπου με ταχύτητα 3 μιλίων την ώρα.
Ειδικότερα, η τράτα μπορεί να αλιεύει είτε στον πυθμένα, είτε στα μεσόνερα (στην Ελλάδα απαγορεύεται η αλιεία με τράτα στα μεσόνερα). Το βάθος αλίευσης ρυθμίζεται από το μήκος των συρματόσχοινων έλξης, σε σχέση με την ταχύτητα αλίευσης.
Η διάρκεια του ψαρέματος, "καλάδα" δεν είναι συγκεκριμένη. Είναι στην απόλυτη κρίση του καπετάνιου και εξαρτάται από την περιοχή, συνήθως διαρκεί μια με δύο ώρες. Όταν ο καπετάνιος αποφασίσει ότι πρέπει να τελειώσει η "καλάδα", οι αλιεργάτες σηκώνουν το δίχτυ από τη θάλασσα, αδειάζουν το σάκο με τα ψάρια στην "κουβέρτα", δηλαδή στο κατάστρωμα της μηχανότρατας και ξεχωρίζουν τα ψάρια ανά είδος και τα βάζουν με πάγο στα τελάρα. Στη συνέχεια τα τοποθετούν σε ψυγεία, όπου διατηρούνται όσο χρόνο χρειάζεται μέχρι να πιάσει το σκάφος σε κάποιο λιμάνι, όπου θα τα ξεφορτώσουν σε φορτηγά ψυγεία, για να οδηγηθούν στην ιχθυόσκαλα, όπου και θα πουληθούν.