Βοτανικά χαρακτηριστικά μηδικής
Η μηδική είναι πολυετές φυτό με όρθια ανάπτυξη. Το ριζικό σύστημα αποτελείται από μια πασσαλώδη ρίζα, η οποία εισχωρεί στο έδαφος σε βάθος 7-9m ή και περισσότερο. Ανάλογα με την ποικιλία και τις εδαφικές συνθήκες η κύρια ρίζα διακλαδίζεται και αναπτύσσεται ένα δίκτυο πλάγιων ριζών λιγότερο ή περισσότερο εκτεταμένο. Η μάζα των ριζών μειώνεται με το βάθος λογαριθμικά ώστε περισσότερο από το 70% των ριζών να βρίσκεται μέχρι τα 60cm βάθος. Οι ινώδεις ρίζες πολλαπλασιάζονται στα πρώτα 20cm του εδάφους και αυτές φέρουν το μεγαλύτερο αριθμό των φυματίων. Τα φυμάτια είναι επιμήκη και κυλινδρικά. Σε μερικούς βιότυπους της Μ.falcata ή των διασταυρώσεων Μ.sativa x M.falcata το ριζικό σύστημα δεν αποτελείται από μία κεντρική πασσαλώδη ρίζα, αλλά από πολυάριθμες ρίζες που αναπτύσσονται οριζόντια, κοντά στην επιφάνεια του εδάφους και στη συνέχεια κατευθύνονται προς τα κάτω. Από τις ρίζες αυτές που ονομάζονται «έρπουσες», εκφύονται βλαστοί, οι οποίοι δίνουν στα φυτά έρπουσα ανάπτυξη. Σπανιότερα, από το κατώτερο μέρος της κεφαλής εκφύονται ριζώματα (υπόγειοι βλαστοί) από τα οποία εκφύονται ρίζες και βλαστοί στην επιφάνεια του εδάφους. Αυτοί οι βιότυποι ονομάζονται έρπουσες μηδικές.
Το πρώτο φύλλο που εμφανίζεται μετά την έξοδο των κοτυληδόνων στο έδαφος είναι απλό, ενώ τα υπόλοιπα φύλλα του κεντρικού βλαστού είναι σύνθετα. Από οφθαλμούς στις μασχάλες των κοτυληδόνων και των κατώτερων φύλλων του νεαρού φυταρίου εκφύονται δευτερεύοντες βλαστοί. Μετά το θερισμό των πρώτων βλαστών ή μετά από βόσκηση, από οφθαλμούς των κατώτερων τμημάτων τους που παραμένουν στο φυτό, εκφύονται νέοι βλαστοί και τελικά κοντά στο έδαφος σχηματίζεται ένα σύνολο βλαστών και οφθαλμών που ονομάζεται "κεφαλή" της μηδικής. Σε λίγες ανθεκτικές στο κρύο ποικιλίες παράγονται βλαστοί από οφθαλμούς που βρίσκονται σε έρπουσες ρίζες. Φυτάρια που αφήνοννται να μεγαλώσουν χωρίς να γίνει κοπή, παράγουν πρόσθετους, δεύτερης τάξης βλαστούς από οφθαλμούς στη βάση των φύλλων και κατά τον ίδιο τρόπο μπορούν να σχηματιστούν και βλαστοί τρίτης τάξης. Οι ποικιλίες της μηδικής διαφέρουν ως προς το βάθος σχηματισμού και τον τύπο της κεφαλής, καθώς και τον αριθμό των παραγόμενων βλαστών. Σε ποικιλίες προσαρμοσμένες σε ήπια κλίματα, χωρίς περίοδο λήθαργου κατά τη διάρκεια του χειμώνα, η κεφαλή σχημάτιζεται στην επιφάνεια του εδάφους ή λίγο ψηλότερα, ενώ οι ποικιλίες που πέφτουν σε λήθαργο και αντέχουν ψυχρούς χειμώνες, σχηματίζουν ένα μέρος της κεφαλής μέσα στο έδαφος. Οι κεφαλές των ανθεκτικών στο κρύο ποικιλιών είναι ευρείες και σε φυτά ηλικίας 3-4 ετών φθάνουν τα 15-30cm διάμετρο, ενώ των μη ανθεκτικών είναι πολύ μικρότερες.
Οι βλαστοί της μηδικής είναι λεπτοί, συνήθως όρθιοι ή μερικώς πλάγιοι και σπάνια έρποντες. Το ύψος των βλαστών εξαρτάται από την ποικιλία και τις συνθήκες ανάπτυξης και συνήθως φθάνει τα 60-90cm. Ο αριθμός τους ανά κεφαλή κυμαίνεται από 5 έως 25. Το μήκος των μεσογονατίων είναι χαρακτηριστικό της κάθε ποικιλίας για το περιβάλλον στο οποίο αναπτύσσεται. Το πάχος του βλαστού μειώνεται προοδευτικά από τη βάση προς την κορυφή.
Τα φύλλα της μηδικής είναι σύνθετα πτεροειδή, εκτός από το πρώτο φύλλο του σπορόφυτου το οποίο είναι απλό και είναι διατεταγμένα στο βλαστό κατ' εναλλαγή. Φέρουν καλώς αναπτυγμένα λεπτά παράφυλλα προσφυόμενα στο μίσχο. Κάθε φύλλο αποτελείται συνήθως από τρία και σπανιότερα περισσότερα (έχουν αναφερθεί μέχρι 11) επιμήκη ή αντωοειδή φυλλάρια. Το μεσαίο φυλλάριο εκφύεται από την άκρη του μίσχου ενώ τα άλλα δύο εκφύονται λίγο πιο κάτω, πλάγια και είναι αντίθετα. Τα φυλλάρια είναι οδοντωτά προς την κορυφή τους και το μεσαίο νεύρο του ελάσματος προεξέχει. Υπάρχουν στομάτια και στις δύο επιφάνειες των φύλλων. Το μέγεθος των φύλλων μεταβάλλεται ανάλογα με την περίοδο ανάπτυξης και την υγρασία. Μικρότερα γίνονται τα φύλλα που σχηματίζονται και αναπτύσσονται στους ζεστούς και ξηρούς μήνες του έτους.
Τα άνθη της [[μηδική φυτό |μηδικής] φέρονται σε πυκνές βοτρυώδεις ταξιανθίες στις μασχάλες των φύλλων. Κάθε ταξιανθία μπορεί να έχει από 5 έως 50 άνθη. Το σύνηθες χρώμα των ανθέων είναι το ανοικτό έως σκούρο ιώδες (μωβ), με αποχρώσεις προς το μπλε ή κόκκινο, ανάλογα με την ποικιλία. Στις ποικιλίες στο γένωμα των οποίων συμμετέχει η κιτρινανθής μηδική, τα άνθη έχουν διάφορα χρώματα, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως. Κατά μέσο όρο σε κάθε ωοθήκη σχηματίζονται 10-12 ωάρια. Η μηδική είναι σταυρογονιμοποιούμενο φυτό με χαρακτηριστική διάταξη των μερών του άνθους και χρειάζεται επίσκεψη εντόμων για την αποπαγίδευση (ελευθέρωση) των στημόνων και της γύρης από τα πέταλα. Η γύρη κολλά στο σώμα των εντόμων, μεταφέρεται σε άλλα άνθη και έτσι γίνεται η σταυρογονιμοποίηση.
Ο καρπός της κοινής μηδικής είναι χαρακτηριστικός σπειροειδής λοβός, με συνήθως 2-4 περιελίξεις και περιέχει από 1 έως 8 σπόρους. Ο λοβός παραμένει κλειστός και μετά την ωρίμανση. Το χρώμα των ώριμων λοβών είναι κιτρινοπράσινο έως καστανό. Οι λοβοί της κιτρινανθούς μηδικής , είναι δρεπανοειδείς και ανοίγουν κατά την ωρίμανση. Στις παραλλάσουσες μηδικές, παρατηρούνται ενδιάμεσες καταστάσεις μεταξύ των δύο προαναφερθέντων ειδών. Ο σπόρος της μηδικής έχει νεφροειδές σχήμα και χρώμα κίτρινο ή ελαιώδες πράσινο έως καστανό. Ορισμένοι όμως σπόροι μπορεί να έχουν γωνιώδες σχήμα λόγω των πιέσεων που δέχονται μέσα στο λοβό. Οι ώριμοι σπόροι έχουν μήκος 1-2mm και πάχος 1mm, συνήθως το μήκος είναι διπλάσιο του πλάτους τους και 350-550 σπόροι ζυγίζουν 1g.