Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Σόμφο και εγκάρδιο ξύλο"
(Μία ενδιάμεση αναθεώρηση από ένα χρήστη δεν εμφανίζεται) | |||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
− | Καθώς το δένδρο ενηλικιώνεται, τα παλαιότερα κύτταρα στο ξύλο αποθνήσκουν και καθίστανται μη λειτουργικά. Τ' αγγεία και οι τραχείδες σταματούν να μεταφέρουν νερό και [[Ρόλος θρεπτικών στοιχείων στα φυτά|θρεπτικά στοιχεία]] και τα παρεγχυματικά κύτταρα των ακτίνων δεν αποθηκεύουν άμυλο. Τα φαινολικά συστατικά, οι ταννίνες και άλλα οργανικά συστατικά στα παλαιά αυτά κύτταρα πολυμερίζονται, οξειδώνονται και βάφουν τα κυτταρικά τοιχώματα του μη λειτουργικού εγκάρδιου ξύλου. Το ανοικτόχρωμο λειτουργικό ξύλο, κοντά στο φλοιό, ονομάζεται σομφό. Το εγκάρδιο ξύλο, που σχηματίζεται κατά τα πρώτα χρόνια ζωής της [[Ροδακινιά|ροδακινιάς]] | + | Καθώς το δένδρο ενηλικιώνεται, τα παλαιότερα κύτταρα στο ξύλο αποθνήσκουν και καθίστανται μη λειτουργικά. Τ' αγγεία και οι τραχείδες σταματούν να μεταφέρουν νερό και [[Ρόλος θρεπτικών στοιχείων στα φυτά|θρεπτικά στοιχεία]] και τα παρεγχυματικά κύτταρα των ακτίνων δεν αποθηκεύουν άμυλο. Τα φαινολικά συστατικά, οι ταννίνες και άλλα οργανικά συστατικά στα παλαιά αυτά κύτταρα πολυμερίζονται, οξειδώνονται και βάφουν τα κυτταρικά τοιχώματα του μη λειτουργικού εγκάρδιου ξύλου. Το ανοικτόχρωμο λειτουργικό ξύλο, κοντά στο φλοιό, ονομάζεται σομφό. Το εγκάρδιο ξύλο, που σχηματίζεται κατά τα πρώτα χρόνια ζωής της [[Ροδακινιά|ροδακινιάς]] και [[Βερυκοκκιά|βερικοκκιάς]], είναι επιδεκτικό σε προσβολή από σηψιγόνους μικροοργανισμούς του ξύλου. Οι μικροοργανισμοί αυτοί συνήθως εισέρχονται δια μέσου των μεγάλων τομών κλαδέματος. Αντίθετα, τα υγιή δένδρα [[Μηλιά|μηλιάς]] και [[Αχλαδιά|αχλαδιάς]] δε σχηματίζουν συνήθως εγκάρδιο ξύλο και το σομφό ξύλο παραμένει λειτουργικό για πολλά έτη. Ότι, τα μακρόβια παρεγχυματικά κύτταρα των ακτίνων στο σομφό ξύλο των ειδών αυτών χρησιμεύουν ως αποθηκευτικός ιστός, αποδεικνύεται από τις εποχικές μεταβολές της περιεκτικότητας του αμύλου. |
− | + | Δηλαδή, το άμυλο αυξάνει κατά το καλοκαίρι και μειώνεται κατά το χειμώνα. Η μεταφορά του νερού περιορίζεται στα πιο εξωτερικά, νεοσχηματισμένα, ώριμα αγγεία και τραχείδες του ξύλου. Τ' αγγεία ανταποκρίνονται ικανοποιητικά στη μεταφορά του νερού, γιατί στερούνται πρωτοπλάσματος. Καθώς τα αγγειώδη στοιχεία ωριμάζουν, τα τελευταία τοιχώματα διαλύονται και τα πρωτοπλασμικά περιεχόμενα αποδιοργανώνονται, για να διακινηθούν προς τα πάνω με το διαπνευστικό ρεύμα. Ο εκφυλισμός αυτός του πυρηνικού υλικού κατά την ωρίμαση των ξυλωδών στοιχείων μπορεί να αποτελέσει κάποια πηγή κυτοκινινών, που βρέθηκαν σ' εκκρίσεις του ξύλου. Το εγκάρδιο ξύλο μερικών ειδών, όπως της [[Καστανιά|καστανιάς]], περιέχει συστατικά, που καθιστούν τα δένδρα και την ξυλεία αυτών ανθεκτικά στους σηψιγόνους μύκητες του ξύλου. Σε είδη όπως η [[Καρυδιά|καρυδιά]], το εγκάρδιο ξύλο με το βαθύ έντονο χρωματισμό του διατίθεται σε υψηλές τιμές για την κατασκευή επίπλων. Ενώ από το εγκάρδιο ξύλο του [[Λωτός|λωτού]] παράγεται πολύτιμο σκληρό ξύλο.<ref name="Σόμφο και εγκάρδιο ξύλο"/> | |
− | + | ||
− | + | ||
− | <ref name="Σόμφο και εγκάρδιο ξύλο"/> | + | |
Τελευταία αναθεώρηση της 10:55, 25 Μαΐου 2016
Καθώς το δένδρο ενηλικιώνεται, τα παλαιότερα κύτταρα στο ξύλο αποθνήσκουν και καθίστανται μη λειτουργικά. Τ' αγγεία και οι τραχείδες σταματούν να μεταφέρουν νερό και θρεπτικά στοιχεία και τα παρεγχυματικά κύτταρα των ακτίνων δεν αποθηκεύουν άμυλο. Τα φαινολικά συστατικά, οι ταννίνες και άλλα οργανικά συστατικά στα παλαιά αυτά κύτταρα πολυμερίζονται, οξειδώνονται και βάφουν τα κυτταρικά τοιχώματα του μη λειτουργικού εγκάρδιου ξύλου. Το ανοικτόχρωμο λειτουργικό ξύλο, κοντά στο φλοιό, ονομάζεται σομφό. Το εγκάρδιο ξύλο, που σχηματίζεται κατά τα πρώτα χρόνια ζωής της ροδακινιάς και βερικοκκιάς, είναι επιδεκτικό σε προσβολή από σηψιγόνους μικροοργανισμούς του ξύλου. Οι μικροοργανισμοί αυτοί συνήθως εισέρχονται δια μέσου των μεγάλων τομών κλαδέματος. Αντίθετα, τα υγιή δένδρα μηλιάς και αχλαδιάς δε σχηματίζουν συνήθως εγκάρδιο ξύλο και το σομφό ξύλο παραμένει λειτουργικό για πολλά έτη. Ότι, τα μακρόβια παρεγχυματικά κύτταρα των ακτίνων στο σομφό ξύλο των ειδών αυτών χρησιμεύουν ως αποθηκευτικός ιστός, αποδεικνύεται από τις εποχικές μεταβολές της περιεκτικότητας του αμύλου. Δηλαδή, το άμυλο αυξάνει κατά το καλοκαίρι και μειώνεται κατά το χειμώνα. Η μεταφορά του νερού περιορίζεται στα πιο εξωτερικά, νεοσχηματισμένα, ώριμα αγγεία και τραχείδες του ξύλου. Τ' αγγεία ανταποκρίνονται ικανοποιητικά στη μεταφορά του νερού, γιατί στερούνται πρωτοπλάσματος. Καθώς τα αγγειώδη στοιχεία ωριμάζουν, τα τελευταία τοιχώματα διαλύονται και τα πρωτοπλασμικά περιεχόμενα αποδιοργανώνονται, για να διακινηθούν προς τα πάνω με το διαπνευστικό ρεύμα. Ο εκφυλισμός αυτός του πυρηνικού υλικού κατά την ωρίμαση των ξυλωδών στοιχείων μπορεί να αποτελέσει κάποια πηγή κυτοκινινών, που βρέθηκαν σ' εκκρίσεις του ξύλου. Το εγκάρδιο ξύλο μερικών ειδών, όπως της καστανιάς, περιέχει συστατικά, που καθιστούν τα δένδρα και την ξυλεία αυτών ανθεκτικά στους σηψιγόνους μύκητες του ξύλου. Σε είδη όπως η καρυδιά, το εγκάρδιο ξύλο με το βαθύ έντονο χρωματισμό του διατίθεται σε υψηλές τιμές για την κατασκευή επίπλων. Ενώ από το εγκάρδιο ξύλο του λωτού παράγεται πολύτιμο σκληρό ξύλο.[1]
Βιβλιογραφία
- ↑ Γενική Δενδροκομία, του Καθηγητή Δενδροκομίας Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Κωνσταντίνου Α. Ποντίκη, 1997.